εισμολόγος

εισμολόγος
ο, η, Ν
επιστήμονας που ασχολείται με τη σεισμολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. seismologist (< σεισμός + -λόγος*). Η λ. μαρτυρείται από το 1844 στην εφημερίδα Αἰών].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”